- Άμαστρις
- I
Αρχαία πόλη στα παράλια της Παφλαγονίας. Την ίδρυσε γύρω στα 300 π.Χ. η Άμαστρις (βλ. λ.) με συνοικισμό των κατοίκων των γειτονικών πόλεων του Σησάμου, του Κυτώρου, της Κρώμνης και του Τιείου. Γρήγορα η Ά. έγινε κέντρο του εμπορίου της περιοχής και γνώρισε μεγάλη ακμή. Μετά τον θάνατο της Αμάστριδας, η πόλη υποτάχθηκε στον Λυσίμαχο και αργότερα στους Μιθριδάτες. Μετά τη ρωμαϊκή κατάκτηση του Πόντου (53 π.Χ.), η Ά. έγινε πρωτεύουσα μιας επαρχίας της διοικητικής περιφέρειας που περιελάμβανε τον Πόντο και τη Βιθυνία. Η περιφέρεια αυτή λεγόταν ποντιακή παραλία (Ora Pontica). Σημαντική θέση είχε επίσης και στις μεταγενέστερες διοικητικές διαιρέσεις της περιοχής.Από τα λίγα αρχαιολογικά ευρήματα φαίνεται ότι η Ά. γνώρισε σημαντική ακμή κατά τη μιθριδατική και τη ρωμαϊκή εποχή. Σώζονται ερείπια υδραγωγείων, ανακτόρων που πιστεύεται ότι ανήκαν στην ιδρύτρια Αμάστριδα, καθώς και των τειχών της ακρόπολης. Έχουν βρεθεί επίσης ελληνικά νομίσματα. Σε ένα από αυτά υπάρχει η επιγραφή «Ζευς στρατηγός» και από αυτό συμπεραίνεται ότι o θεός αυτός ήταν πολιούχος της. Τα αρχαιότερα νομίσματα παριστάνουν τον Μίθρα (ασιατική θεότητα), τον Δία ή τον Όμηρο. Τα μεταγενέστερα έχουν τα ονόματα των Ρωμαίων αυτοκρατόρων.Η Ά. γνώρισε άνθηση και κατά τη βυζαντινή εποχή. Αναφέρεται ότι εκεί κατέφυγε o στρατηγός του Θεόφιλου, Θεόφοβος, όταν κατηγορήθηκε για συνωμοσία. Όμως εντοπίστηκε, πολιορκήθηκε από τον Ωορύφα, παραδόθηκε και οδηγήθηκε στην Κωνσταντινούπολη όπου και φυλακίστηκε –αργότερα θανατώθηκε ύστερα από διαταγή του Θεόφιλου. Κατά τον 9ο αι. η Ά. λεηλατήθηκε και έπαθε μεγάλες καταστροφές από τους Ρώσους, οι οποίοι είχαν εκστρατεύσει εναντίον της Παφλαγονίας και της Βιθυνίας, φτάνοντας μάλιστα μέχρι την ίδια την Κωνσταντινούπολη (865 μ.Χ.). Τελικά κυριεύτηκε από τον Μωάμεθ Β’τον Πορθητή (1460).Η εκκλησία της Α. είχε στην αρχή τον βαθμό της επισκοπής και υπαγόταν στη μητρόπολη των Γαγγρών. Αργότερα, την εποχή του Κωνσταντίνου ΣΤ’ και της Ειρήνης, ανακηρύχΘηκε μητρόπολη και ο μητροπολίτης της ονομαζόταν Αμάστριδος ή Αμάστρης. Πολιούχος της ήταν ο άγιος Υάκινθος. Η εκκλησία της όμως έπαψε να υπάρχει με τη βαθμιαία εξαφάνιση των χριστιανών μετά την κατάκτησή της από τους Τούρκους.II(4ος αι. π.Χ.). Περσίδα ευγενής.Κόρη του Οξυάθρη, αδελφού του Δαρείου του Κοδομανού. Αιχμαλωτίστηκε μαζί με τους άλλους Πέρσες ευγενείς από τον Μέγα Αλέξανδρο και δόθηκε σύζυγος στον στρατηγό του Κράτερο. Αυτός όμως αργότερα την παραχώρησε στον τύραννο της Ηρακλείας της Βιθυνίας Διόνυσο με τον οποίο η Ά. απέκτησε δύο γιους, τον Οξυάθρη και τον Κλέαρχο. Μετά τον θάνατο του Διονύσου, η Ά. παντρεύτηκε τον βασιλιά της Θράκης Λυσίμαχο, χώρισαν όμως πολύ γρήγορα και η Ά. επανήλθε στον Πόντο όπου ίδρυσε την ομώνυμη με αυτήν πόλη (Άμαστρις, βλ. λ.). Εκεί τη σκότωσαν αργότερα οι δύο γιοι της, τους οποίους όμως καταδίκασε σε θάνατο για το έγκλημά τους ο Λυσίμαχος όταν κατέλαβε την πόλη αυτή.
Dictionary of Greek. 2013.